Toki στα ελληνικά

Μετάφραση: toki, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βέβαια, ασφαλώς, βεβαίως, σίγουρα, σταθερά, οπωσδήποτε
Toki στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • elossa στα ελληνικά - ζωντανός, ζωντανή, ζωντανό, ζωή, ζωντανοί
  • jalankulkija στα ελληνικά - περιπατητής, πεζός, πεζών, των πεζών, πεζοδρομημένη, πεζούς
  • laadinta στα ελληνικά - προετοιμασία, παρασκευή, παρασκεύασμα, προετοιμασίας, παρασκευάσματος
  • lähistön στα ελληνικά - εδαφικός, Ξενοδοχεία, ξενοδοχείων, Hotels, όλα τα ξενοδοχεία, ξενοδοχείο
Τυχαίες λέξεις
Toki στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βέβαια, ασφαλώς, βεβαίως, σίγουρα, σταθερά, οπωσδήποτε