Ασφαλώς στα φινλανδικά
Μετάφραση: ασφαλώς, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
varmasti, tietysti, toki, todellakaan, todellakin, epäilemättä, ehdottomasti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασφαλώς
ασφαλώς συνώνυμο, ασφαλώς και δεν πρέπει, ασφαλώς συνώνυμα, ασφαλώς κυκλοφορώ δ δημοτικου, ασφαλώς και δεν πρέπει μοσχολιού, ασφαλώς λεξικό γλώσσας φινλανδικά, ασφαλώς στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- ασφαλής στα φινλανδικά - kiinnittää, kassakaappi, hankkia, valloittamaton, taata, varma, turvallinen, ...
- ασφαλίζω στα φινλανδικά - taata, valloittamaton, turvallinen, suojata, hommata, hankkia, turvassa, ...
- ασφυκτιώ στα φινλανδικά - tukehtua, tukahduttaa, tukehtuvat, tukehtuu, tukehduttaa
- ασφυξία στα φινλανδικά - tukehtuminen, tukehtumisen, tukehtumisvaaran, tukehtumisvaara, tukehtumisvaaraa
Τυχαίες λέξεις
Ασφαλώς στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: varmasti, tietysti, toki, todellakaan, todellakin, epäilemättä, ehdottomasti
Μεταφράσεις: varmasti, tietysti, toki, todellakaan, todellakin, epäilemättä, ehdottomasti