Torso στα ελληνικά

Μετάφραση: torso, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προβοσκίδα, μπαούλο, σεντούκι, κορμός, κορμού, του κορμού, κορμό, τον κορμό
Torso στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ajoittainen στα ελληνικά - ανώμαλος, ανώμαλο, σποραδικός, διαλείπων, διαλείπουσα, διακοπτόμενη, διαλείπουσας, ...
  • antennikeila στα ελληνικά - καδρόνι, αχτίδα, δοκός, της δέσμης της κεραίας, δέσμης της κεραίας, δέσμης κεραίας, δέσμης κεραίας που
  • demokratia στα ελληνικά - κοινοπολιτεία, δημοκρατία, δημοκρατίας, της δημοκρατίας, τη δημοκρατία, η δημοκρατία
  • hopea στα ελληνικά - ασημί, ασημένιος, ασήμι, ασημένια, αργύρου, ασημένιο
Τυχαίες λέξεις
Torso στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προβοσκίδα, μπαούλο, σεντούκι, κορμός, κορμού, του κορμού, κορμό, τον κορμό