Väijyä στα ελληνικά
Μετάφραση: väijyä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενέδρα, καρτέρι, παραμονεύω, κοτσάνι, μίσχο, μίσχος, μίσχου, ποδίσκο
Μεταφράσεις
- heinäsuova στα ελληνικά - θημωνιά, άχυρα, θυμωνιά χόρτου, σωρό άχυρα
- köyhdyttää στα ελληνικά - φτωχαίνω, αποδυναμώνω, φτωχαίνει, φτωχαίνουμε, φτωχύνει, φτωχαίνουμε εμείς
- lentäminen στα ελληνικά - αεροπορία, αέρας, ατμόσφαιρα, ιπτάμενος, φυγή, πτήση, Πετώντας, ...
- liikarasitus στα ελληνικά - υπερφορτώνω, υπερκόπωση, υπερβολικού φόρτου εργασίας, την υπερκόπωση, υπερβολική εργασία, η υπερκόπωση
Τυχαίες λέξεις
Väijyä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενέδρα, καρτέρι, παραμονεύω, κοτσάνι, μίσχο, μίσχος, μίσχου, ποδίσκο
Μεταφράσεις: ενέδρα, καρτέρι, παραμονεύω, κοτσάνι, μίσχο, μίσχος, μίσχου, ποδίσκο