Välttämätön στα ελληνικά
Μετάφραση: välttämätön, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπόφευκτος, αναγκαίος, ουσιώδης, απαραίτητος, αναγκαία, αναγκαίο, απαραίτητο
Μεταφράσεις
- akatemia στα ελληνικά - ακαδημία, Ακαδημίας, Academy, σχολή, της Ακαδημίας
- asiakaskunta στα ελληνικά - πελατεία, προστασία, πατρονάρισμα, πελατολόγιο, πελατείας, πελάτες, πελατών
- matkatavarat στα ελληνικά - αποσκευές, Χώρος, αποσκευών, τις αποσκευές, των αποσκευών
- paraabeli στα ελληνικά - παραβολή, παραβολής, παραβολών, της παραβολής, παραβολής που
Τυχαίες λέξεις
Välttämätön στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπόφευκτος, αναγκαίος, ουσιώδης, απαραίτητος, αναγκαία, αναγκαίο, απαραίτητο
Μεταφράσεις: αναπόφευκτος, αναγκαίος, ουσιώδης, απαραίτητος, αναγκαία, αναγκαίο, απαραίτητο