Värjätä στα ελληνικά

Μετάφραση: värjätä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάφω, απόχρωση, βαφή, χρώμα, βαφής, χρωστική, χρωστικής
Värjätä στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • halukkaasti στα ελληνικά - εκών, οικειοθελώς, πρόθυμα, προθυμία, με προθυμία, θέλησή
  • kaunistaa στα ελληνικά - διάταξη, καλλωπίζω, ομορφύνει, ομορφαίνουν, ωραιοποιήσουν, ομορφύνουμε
  • pauhata στα ελληνικά - διθυραμβικός, ψιττακίζω, ενθουσιώδης, κωδωνοκρουσία, ηχώ, κρούω, βροντώ, ...
  • perkaus στα ελληνικά - καθάρισμα, εκκαθάριση, ξέφωτο, καθαρισμός, καθαρισμού, καθαρισμό, τον καθαρισμό
Τυχαίες λέξεις
Värjätä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάφω, απόχρωση, βαφή, χρώμα, βαφής, χρωστική, χρωστικής