Värvätä στα ελληνικά

Μετάφραση: värvätä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νοικιάζω, εξασφαλίζω, νεοσύλλεκτος, εντάσσω, στρατολογώ, κατατάσσομαι, πρόσληψη, προσλάβει, προσλαμβάνουν, στρατολογούν
Värvätä στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ahven στα ελληνικά - κούρνια, πέρκα, πέρκας, η πέρκα, κούρνιας
  • hemmotella στα ελληνικά - χαλώ, μωρό, παραχαϊδεύω, κακομαθαίνω, περιποιηθείτε, περιποιηθείτε τον, να περιποιηθείτε, ...
  • mielipidekysely στα ελληνικά - δημοσκόπηση, δημοσκόπησης, δημοσκόπηση που, σφυγμομέτρηση της κοινής γνώμης, σφυγμομέτρηση
  • python στα ελληνικά - πύθωνας, Python, πύθωνα, την Python, η Python
Τυχαίες λέξεις
Värvätä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νοικιάζω, εξασφαλίζω, νεοσύλλεκτος, εντάσσω, στρατολογώ, κατατάσσομαι, πρόσληψη, προσλάβει, προσλαμβάνουν, στρατολογούν