Νοικιάζω στα φινλανδικά

Μετάφραση: νοικιάζω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
värvätä, vuokrata, ottaa, vuokra, vuokrattavana, vuokraa, vuokrattavissa, vuokran
Νοικιάζω στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νοικιάζω

νοικιάζω english, νοικιάζω αυτοκίνητο, νοικιάζω τη γυναίκα μου, νοικιάζω σπίτι, νοικιάζω σπίτι στο ηράκλειο, νοικιάζω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, νοικιάζω στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • νοιάζομαι στα φινλανδικά - aihe, aines, asia, esine, kysymys, aine, seikka, ...
  • νοικάρης στα φινλανδικά - vuokraaja, vuokralainen, asukas, Roomer, Roomersin
  • νοικοκύρης στα φινλανδικά - talonisäntä, vuokraisäntä, isäntä, vuokraaja, kotiäiti, homemaker, kodinhoitaja, ...
  • νομίζω στα φινλανδικά - tuumia, luulla, edellyttää, tykätä, ajatella, miettiä, olettaa, ...
Τυχαίες λέξεις
Νοικιάζω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: värvätä, vuokrata, ottaa, vuokra, vuokrattavana, vuokraa, vuokrattavissa, vuokran