Vannottu στα ελληνικά
Μετάφραση: vannottu, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορκίζομαι, ορκισμένος, ορκιστεί, ένορκη, ορκίστηκε, ορκωτοί, ορκωτούς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- jäytää στα ελληνικά - υποσκάπτω, ταράσσομαι, μελαγχολώ, καταναλώνω, κρυφοκαίω, κακοφορμίζω, εμπυάζω, ...
- kokonaisvaltainen στα ελληνικά - ολιστική, ολιστικής, ολιστικό, ολιστικές, σφαιρική
- nykäistä στα ελληνικά - τράβηγμα, σπασμός, τίναγμα, συσπώνται, να συσπώνται
- pattitilanne στα ελληνικά - απραξία, αδιέξοδο, αδιεξόδου, στασιμότητα, το αδιέξοδο, στασιμότητας
Τυχαίες λέξεις
Vannottu στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορκίζομαι, ορκισμένος, ορκιστεί, ένορκη, ορκίστηκε, ορκωτοί, ορκωτούς
Μεταφράσεις: ορκίζομαι, ορκισμένος, ορκιστεί, ένορκη, ορκίστηκε, ορκωτοί, ορκωτούς