Ylenpalttinen στα ελληνικά

Μετάφραση: ylenpalttinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιδαψιλεύω, πολυδάπανος, υπερβολικός, απλοχέρης, πολυτελής, διαχυτικός, ενθουσιώδης, γενναιόδωρος, πλούσιο, πολυτελή, πολυτελές
Ylenpalttinen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • eläkkeensaaja στα ελληνικά - συνταξιούχος, συνταξιούχου, συνταξιούχο, συντάξεως, συνταξιούχων
  • erikoistua στα ελληνικά - στενός, να εξειδικευτούν, να ειδικευτούν, να εξειδικεύονται, να ειδικεύονται, να ειδικευτεί
  • kirskahtaa στα ελληνικά - γρύζω, τρίζω, τριγμός, τρίξιμο, τρίζει, να τρίζει, τρίζει κα
  • pihlajanmarja στα ελληνικά - Rowan, Ρόουαν, σορβιά, σορβιών
Τυχαίες λέξεις
Ylenpalttinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιδαψιλεύω, πολυδάπανος, υπερβολικός, απλοχέρης, πολυτελής, διαχυτικός, ενθουσιώδης, γενναιόδωρος, πλούσιο, πολυτελή, πολυτελές