Admit στα ελληνικά

Μετάφραση: admit, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εισάγω, παραδέχομαι, ομολογώ, παραδέχονται, ομολογήσω, παραδεχτώ
Admit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • admissions στα ελληνικά - ομολογίες, εισαγωγών, παραδοχές, εισαγωγές, των εισαγωγών
  • admits στα ελληνικά - παραδέχεται, δέχεται, αναγνωρίζει, παραδέχεται ότι, ομολογεί
  • admittance στα ελληνικά - είσοδος, αποδοχή, είσοδο, την αποδοχή, παραδοχή
Τυχαίες λέξεις
Admit στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εισάγω, παραδέχομαι, ομολογώ, παραδέχονται, ομολογήσω, παραδεχτώ