Adopt στα ελληνικά

Μετάφραση: adopt, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποδέχομαι, υιοθετώ, υιοθετήσουν, εγκρίνει, να εγκρίνει, υιοθετούν, υιοθετήσει
Adopt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adolescent στα ελληνικά - εφηβικός, έφηβος
  • adonis στα ελληνικά - αστεροειδής αδώνης, Άδωνις, Άδωνη, Άδωνης
  • adoptability στα ελληνικά - προσαρμοστικότητας, αξιοσημείωτη προσαρμοστικότητα
  • adoptable στα ελληνικά - υιοθετηθούν, εφαρμόσιμη, εφαρμόσιμα, μπορούν να υιοθετηθούν, που δύνανται να υιοθετηθούν
Τυχαίες λέξεις
Adopt στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποδέχομαι, υιοθετώ, υιοθετήσουν, εγκρίνει, να εγκρίνει, υιοθετούν, υιοθετήσει