Asset στα ελληνικά
Μετάφραση: asset, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενεργητικό, κεφάλαιο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- assessor στα ελληνικά - εκτιμητής
- assessors στα ελληνικά - αξιολογητές, αξιολογητών, εκτιμητές, των αξιολογητών, εκτιμητών
Τυχαίες λέξεις
Asset στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενεργητικό, κεφάλαιο
Μεταφράσεις: ενεργητικό, κεφάλαιο