At στα ελληνικά

Μετάφραση: at, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σε, στο, κατά, στη, στην
At στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • asynchronous στα ελληνικά - ασύγχρονος
  • asyndeton στα ελληνικά - ασύνδετο
  • at-home στα ελληνικά - στο σπίτι
  • ataractic στα ελληνικά - αταρακτικοί, ηρεμιστικά, προκαλούν αταραξία, που προκαλούν αταραξία
Τυχαίες λέξεις
At στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σε, στο, κατά, στη, στην