Cauldron στα ελληνικά

Μετάφραση: cauldron, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καζάνι, λέβητα, καζάνι που, λέβητας, καζανιού
Cauldron στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • caudate στα ελληνικά - αυτός που έχει ουρά, κερκοφόρου, κερκοφόρο, κερκοφόρος, κερκοφόρο πυρήνα
  • caught στα ελληνικά - αλιεύονται, που αλιεύονται, αλιευθεί, αλιεύεται, έχουν αλιευθεί
  • cauliflower στα ελληνικά - κουνουπίδι, το κουνουπίδι, κουνουπιδιού, του κουνουπιδιού, κουνουπίδια
  • caulk στα ελληνικά - καλαφατίζω
Τυχαίες λέξεις
Cauldron στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καζάνι, λέβητα, καζάνι που, λέβητας, καζανιού