Combustible στα ελληνικά

Μετάφραση: combustible, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καύσιμος, καύσιμο, εύφλεκτα, εύφλεκτο, καύσιμων, εύφλεκτων
Combustible στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • animated στα ελληνικά - κινουμένων σχεδίων, κινούμενα, κινούμενα σχέδια, κινούμενη, κινούμενο
  • apartments στα ελληνικά - διαμερίσματα, διαμερισμάτων, τα διαμερίσματα, δωμάτια
  • athleticism στα ελληνικά - αθλητισμού, αθλητισμό, αθλητισμός, αθλητικό
Τυχαίες λέξεις
Combustible στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καύσιμος, καύσιμο, εύφλεκτα, εύφλεκτο, καύσιμων, εύφλεκτων