Commonly στα ελληνικά

Μετάφραση: commonly, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοινά, συνήθως, κοινώς
Commonly στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alkenes στα ελληνικά - αλκένια, αλκενίων, αλκένια που, τα αλκένια
  • caesium στα ελληνικά - καίσιο, καισίου, περιεκτικότητα σε καίσιο, κεσίου, σε καίσιο
Τυχαίες λέξεις
Commonly στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοινά, συνήθως, κοινώς