Conclusive στα ελληνικά
Μετάφραση: conclusive, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πειστικός, αδιαμφισβήτητος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- amen στα ελληνικά - αμήν, Amen, α ήν, ήν, · αμήν
Τυχαίες λέξεις
Conclusive στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πειστικός, αδιαμφισβήτητος
Μεταφράσεις: πειστικός, αδιαμφισβήτητος