Crying στα ελληνικά

Μετάφραση: crying, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλάψιμο, κλάμα, κλαίει, να κλαίει, κλαίνε, φωνάξει
Crying στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abetting στα ελληνικά - συνέργεια, συνεργία, συνέργια, υποκίνηση, η συνεργία
  • affirming στα ελληνικά - επιβεβαιώνοντας, επιβεβαίωση, επιβεβαιώνει, επιβεβαίωσης, βεβαιώνοντας
  • audio-visual στα ελληνικά - οπτικοακουστικό, οπτικοακουστικά, οπτικοακουστικού, οπτικοακουστική, οπτικοακουστικές
  • biopsy στα ελληνικά - βιοψία, Η βιοψία, βιοψίας, βιοψία του, της βιοψίας
Τυχαίες λέξεις
Crying στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλάψιμο, κλάμα, κλαίει, να κλαίει, κλαίνε, φωνάξει