Deflect στα ελληνικά
Μετάφραση: deflect, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρεκκλίνω, εκτρέπω, εκτρέψει, εκτρέψουν, εκτροπή, εκτρέπει, εκτρέπουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- analyses στα ελληνικά - αναλύσεις, αναλύσεων, αναλύει, ανάλυση, τις αναλύσεις
- authoritative στα ελληνικά - επιβλητικός, έγκυρος
- belching στα ελληνικά - ρέψιμο, Ερυγή, ερυγές, τάσεις για ρέψιμο
- chamber στα ελληνικά - κοιλότητα, θάλαμος, θαλάμη, τμήμα, θάλαμο, θαλάμου, Επιμελητήριο
Τυχαίες λέξεις
Deflect στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρεκκλίνω, εκτρέπω, εκτρέψει, εκτρέψουν, εκτροπή, εκτρέπει, εκτρέπουν
Μεταφράσεις: παρεκκλίνω, εκτρέπω, εκτρέψει, εκτρέψουν, εκτροπή, εκτρέπει, εκτρέπουν