Den στα ελληνικά
Μετάφραση: den, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λημέρι, καταγώγιο, φωλιά, ντεν, κρησφύγετο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- admitting στα ελληνικά - εισδοχής, παραδέχεται, αποδοχή, εισδοχή, παραδέχθηκε
- androgynous στα ελληνικά - ανδρόγυνος, ανδρόγυνο, ανδρόγυνη, ανδρόγυνα, το ανδρόγυνο
- bury στα ελληνικά - θάβω, θάψει, θάψουν, θάβουν, θάψουμε
Τυχαίες λέξεις
Den στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λημέρι, καταγώγιο, φωλιά, ντεν, κρησφύγετο
Μεταφράσεις: λημέρι, καταγώγιο, φωλιά, ντεν, κρησφύγετο