Denote στα ελληνικά

Μετάφραση: denote, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σημαίνω, υποδηλώ, εμφαίνω, υποδηλώσει, υποδηλώνουν, δηλώνουν, σημαίνουν, χαρακτηρίζει
Denote στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bare-bone στα ελληνικά - γυμνά, γυμνό, γυμνή, γυμνού, τα γυμνά
  • burette στα ελληνικά - προχοΐδα, προχοΐδας, βοήθεια προχοΐδας, της προχοΐδας, προχοΐδας πρέπει
  • catholically στα ελληνικά - καθολικά
Τυχαίες λέξεις
Denote στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σημαίνω, υποδηλώ, εμφαίνω, υποδηλώσει, υποδηλώνουν, δηλώνουν, σημαίνουν, χαρακτηρίζει