Divert στα ελληνικά

Μετάφραση: divert, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρεκτρέπω
Divert στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • assimilation στα ελληνικά - αφομοίωση
  • assuasive στα ελληνικά - κατευναστικός
  • bailiff στα ελληνικά - δικαστικός κλητήρας, δικαστικός επιμελητής, δικαστικού επιμελητή, δικαστικό επιμελητή, επιμελητή
  • body-guard στα ελληνικά - σώμα, το σώμα, σώματος, οργανισμό, οργανισμός
Τυχαίες λέξεις
Divert στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρεκτρέπω