Enclosure στα ελληνικά

Μετάφραση: enclosure, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περίφραξη, περίφραγμα, μάντρα, εσώκλειστο
Enclosure στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • black-chalk στα ελληνικά - μαύρη, μαύρο, μαύρα, με μαύρη
  • blunter στα ελληνικά - περιστροφές, χωρίς περιστροφές, αμβλύτερα, αμβλεία, επιθυμίες της χωρίς περιστροφές
  • carted στα ελληνικά - μεταφέρονταν
Τυχαίες λέξεις
Enclosure στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περίφραξη, περίφραγμα, μάντρα, εσώκλειστο