Genital στα ελληνικά

Μετάφραση: genital, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεννητικός
Genital στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • acid-resistant στα ελληνικά - ανθεκτικά σε οξύ, ανθεκτικά στα οξέα, ανθεκτικό στα οξέα, ανθεκτική στα οξέα, ανθεκτικά σε οξέα
  • actuating στα ελληνικά - κινητήριος, ενεργοποίησης, ενεργοποίηση, την ενεργοποίηση, ενεργοποιήσεως
  • appointed στα ελληνικά - διορίζονται, διορίζεται, διοριστεί, όρισε, διόρισε
  • bazooka στα ελληνικά - μπαζούκα, μπαζούκας, όπλο για εκσφενδόνιση μικρού πυραυλού
Τυχαίες λέξεις
Genital στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεννητικός