Incision στα ελληνικά
Μετάφραση: incision, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εντομή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- architectonic στα ελληνικά - αρχιτεκτονικός
- benefactress στα ελληνικά - ευεργέτιδα, ευεργέτιδας
- cabbala στα ελληνικά - καββάλα, Καμπάλα, της καββάλα
Τυχαίες λέξεις
Incision στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εντομή
Μεταφράσεις: εντομή