Lookout στα ελληνικά

Μετάφραση: lookout, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τσιλιαδόρος, σκοπιά, προοπτική, επιφυλακή, άγρα, παρατηρητήριο, επιφυλακής, μεριμνώντας ιδιαιτέρως
Lookout στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abbreviation στα ελληνικά - συντομογραφία, σύντμηση, των ΗΠΑ συντομογραφία, ΗΠΑ συντομογραφία, συντόμευση
  • anechoic στα ελληνικά - ανηχοϊκ, αντιηχητικοί, ανηχοϊκό, ανηχωικού, ανηχητικό
  • attested στα ελληνικά - πιστοποιείται, βεβαιώνεται, μαρτυρείται, που βεβαιώνεται, πιστοποιούμενες
  • cambium στα ελληνικά - μαλακός φλοιός, κάμβιο, καμβίου
Τυχαίες λέξεις
Lookout στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τσιλιαδόρος, σκοπιά, προοπτική, επιφυλακή, άγρα, παρατηρητήριο, επιφυλακής, μεριμνώντας ιδιαιτέρως