Main στα ελληνικά
Μετάφραση: main, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυριότερος, κύριος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- assortments στα ελληνικά - συνδυασμοί, ποικιλίες, συσκευασμένα σύνολα, συσκευασίες που περιέχουν ποικιλία, κατατάξεις
- atlas στα ελληνικά - άτλας, Atlas, άτλαντα, άτλαντας, άτλαντος
- chapel στα ελληνικά - εξωκλήσι
Τυχαίες λέξεις
Main στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυριότερος, κύριος
Μεταφράσεις: κυριότερος, κύριος