Passively στα ελληνικά
Μετάφραση: passively, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παθητικά, παθητική, παθητικώς, παθητικές, παθητικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- addictiveness στα ελληνικά - εθιστικότητας, κίνδυνο εθισμού, τον κίνδυνο εθισμού, εθιστικότητα, την εθιστικότητα
- aspirins στα ελληνικά - ασπιρίνες, ασπιρίνες που, ασπιρινών
- bubonic στα ελληνικά - βουβωνικός, βουβωνική, βουβωνικής, η βουβωνική, της βουβωνικής
- by-name στα ελληνικά - από-το όνομα
Τυχαίες λέξεις
Passively στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παθητικά, παθητική, παθητικώς, παθητικές, παθητικό
Μεταφράσεις: παθητικά, παθητική, παθητικώς, παθητικές, παθητικό