Phenomenal στα ελληνικά

Μετάφραση: phenomenal, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκπληκτικός, φαινομενικός, εκπληκτική, πρωτοφανής, φαινομενική, φαινομενικό
Phenomenal στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accusations στα ελληνικά - κατηγορίες, κατηγοριών, τις κατηγορίες, καταγγελίες, κατηγορίες που
  • analyzes στα ελληνικά - αναλύσεις, αναλύσεων, αναλύει, ανάλυση, τις αναλύσεις
  • anklet στα ελληνικά - κόσμημα του αστράγαλου, κοντή κάλτσα, μπρασελε για τον αστραγαλο, περισφύριο
Τυχαίες λέξεις
Phenomenal στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκπληκτικός, φαινομενικός, εκπληκτική, πρωτοφανής, φαινομενική, φαινομενικό