Pioneer στα ελληνικά

Μετάφραση: pioneer, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προπορεύομαι, καινοτομώ, πρωτοπόρος, Pioneer, της Pioneer, πρωτοπόρο, η Pioneer
Pioneer στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • asinine στα ελληνικά - ηλίθιος, γαϊδουρινός
  • bewitched στα ελληνικά - μαγεμένος, μαγεμένοι, μαγεμένη, μάγεψε, μαγεμένο
  • bituminous στα ελληνικά - ασφαλτούχα, ασφαλτικά, ασφαλτούχων, ασφαλτούχου, ασφαλτικών
  • carols στα ελληνικά - κάλαντα, τα κάλαντα, κάλαντα των, καλάντων
Τυχαίες λέξεις
Pioneer στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προπορεύομαι, καινοτομώ, πρωτοπόρος, Pioneer, της Pioneer, πρωτοπόρο, η Pioneer