Playful στα ελληνικά
Μετάφραση: playful, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παιχνιδιάρικος, εύθυμος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accumulative στα ελληνικά - συσσωρευτική, αθροιστικά, παρολί, συσσωρευτικές, αθροιστικός
- allowance στα ελληνικά - επιχορήγηση, επίδομα, αποζημίωση, επιδόματος, αποζημίωσης, το επίδομα
- betoken στα ελληνικά - σημαίνω
- blameworthiness στα ελληνικά - αξιόμεμπτο
Τυχαίες λέξεις
Playful στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παιχνιδιάρικος, εύθυμος
Μεταφράσεις: παιχνιδιάρικος, εύθυμος