Regular στα ελληνικά
Μετάφραση: regular, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομαλός, τακτικός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abjurer στα ελληνικά - απαρνητής
- abortiveness στα ελληνικά - εκτρωματικότητα
- adaptations στα ελληνικά - προσαρμογές, προσαρμογών, προσαρμόζονται, προσαρμογή, προσαρμόζονται ως
- battery-operated στα ελληνικά - λειτουργεί με μπαταρία, που λειτουργούν με μπαταρία, που λειτουργεί με μπαταρία, λειτουργούν με μπαταρία, λειτουργεί με μπαταρία και
Τυχαίες λέξεις
Regular στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομαλός, τακτικός
Μεταφράσεις: ομαλός, τακτικός