Reticent στα ελληνικά
Μετάφραση: reticent, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιγόλογος, εχέμυθος, λιγομίλητος, κρυψίνους, επιφυλακτική, επιφυλακτικοί, επιφυλακτικά, συγκρατημένοι, επιφυλακτικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- barbs στα ελληνικά - ακίδες, ακίδων, βελοειδών άκρων, οδόντες
- cake-making στα ελληνικά - κέικ, τούρτα, κέϊκ, πάστα, το κέικ
- catalysed στα ελληνικά - καταλύεται, καταλυόμενη, που καταλύεται, καταλυόμενης, καταλυόμενη με
Τυχαίες λέξεις
Reticent στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιγόλογος, εχέμυθος, λιγομίλητος, κρυψίνους, επιφυλακτική, επιφυλακτικοί, επιφυλακτικά, συγκρατημένοι, επιφυλακτικό
Μεταφράσεις: λιγόλογος, εχέμυθος, λιγομίλητος, κρυψίνους, επιφυλακτική, επιφυλακτικοί, επιφυλακτικά, συγκρατημένοι, επιφυλακτικό