Scourge στα ελληνικά

Μετάφραση: scourge, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πληγή, μαστίζω
Scourge στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abused στα ελληνικά - κατάχρηση, κακοποιηθεί, καταχράστηκε, καταχραστεί, κατάχρηση της
  • aitchbone στα ελληνικά - κόκκυγα
  • amok στα ελληνικά - αμόκ, AMOK, ΑΜΟΚ, κατάσταση αμόκ, έξω φρενών
Τυχαίες λέξεις
Scourge στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πληγή, μαστίζω