Stress στα ελληνικά
Μετάφραση: stress, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τόνος, τονίζω, στρες, άγχος
Μεταφράσεις
- archetypically στα ελληνικά - αρχετυπικά
- biometeorology στα ελληνικά - βιομετεωρολογία, Biometeorology, Βιομετεωρολογίας
Τυχαίες λέξεις
Stress στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τόνος, τονίζω, στρες, άγχος
Μεταφράσεις: τόνος, τονίζω, στρες, άγχος