Truculent στα ελληνικά

Μετάφραση: truculent, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άγριος, κτηνώδης, θηριώδης, σκληρός, εριστικό
Truculent στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • assembler στα ελληνικά - συναρμολόγησης, συναρμολογητή, επιχείρηση συναρμολόγησης, συναρμολογητής
  • authorial στα ελληνικά - συγγραφική, συγγραφικό, συγγραφικής, συγγραφικού
  • boulder στα ελληνικά - κοτρόνι
  • centric στα ελληνικά - κεντρικός, κεντρική, επίκεντρο, κεντρικό
Τυχαίες λέξεις
Truculent στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άγριος, κτηνώδης, θηριώδης, σκληρός, εριστικό