Unfeeling στα ελληνικά
Μετάφραση: unfeeling, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στυγνός, αναίσθητος, σκληρόκαρδος, στυγνή, χωρίς συναίσθημα, η σκληρή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- addictive στα ελληνικά - εθιστικό, εθιστική, εθιστικά, εθιστικές, εθισμό
- alleviated στα ελληνικά - ανακουφιστεί, ανακουφιστούν, ανακουφίζονται, αμβλυνθούν, μετριαστεί
- awkward στα ελληνικά - ατζαμής, αδέξιος, δύσκολη, αμήχανη, αδέξιο, αδέξια
- backlash στα ελληνικά - σπασμωδική κίνηση, αντίδραση, αντιδράσεις, ανοχής, παλινδρόμηση
Τυχαίες λέξεις
Unfeeling στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στυγνός, αναίσθητος, σκληρόκαρδος, στυγνή, χωρίς συναίσθημα, η σκληρή
Μεταφράσεις: στυγνός, αναίσθητος, σκληρόκαρδος, στυγνή, χωρίς συναίσθημα, η σκληρή