Waterproof στα ελληνικά
Μετάφραση: waterproof, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδιάβροχος, αδιάβροχο, αδιάβροχη, αδιάβροχα, αδιάβροχες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adhesion στα ελληνικά - προσκόλληση
- bluish στα ελληνικά - υποκύανος, μπλε, γαλαζωπό, γαλαζωπή, κυανωπό
Τυχαίες λέξεις
Waterproof στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδιάβροχος, αδιάβροχο, αδιάβροχη, αδιάβροχα, αδιάβροχες
Μεταφράσεις: αδιάβροχος, αδιάβροχο, αδιάβροχη, αδιάβροχα, αδιάβροχες