Wean στα ελληνικά

Μετάφραση: wean, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποσπώ, αποκόβω, απογαλακτίζω, ξεκόβω, απογαλακτίσει, απογαλακτίσουν, απογαλακτίζουν
Wean στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • braid στα ελληνικά - κοτσίδα, πλέκω, ρελιάζω
  • cat-call στα ελληνικά - γάτα, γάτας, cat, γάτες, της γάτας
Τυχαίες λέξεις
Wean στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποσπώ, αποκόβω, απογαλακτίζω, ξεκόβω, απογαλακτίσει, απογαλακτίσουν, απογαλακτίζουν