Ashpër στα ελληνικά

Μετάφραση: ashpër, Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αλβανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σοβαρός, σέρτικος, τραχύς, σκληρός, δριμύς, χονδροειδής, αυστηρός, αγροίκος, πρόχειρος, δύσκολος, απότομα, κατακόρυφα, σημαντικά, έντονα, αισθητά
Ashpër στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • asgjë στα ελληνικά - τίποτα, τίποτε, τίποτα δεν, δεν, καμία
  • ashensor στα ελληνικά - ασανσέρ, ανελκυστήρας, ανελκυστήρα, του ανελκυστήρα, ανελκυστήρων
  • asht στα ελληνικά - κόκαλο, οστό, κόκκαλο, οστών, των οστών
  • ashtu στα ελληνικά - έτσι, τόσο, ώστε, έτσι ώστε
Τυχαίες λέξεις
Ashpër στα ελληνικά - Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σοβαρός, σέρτικος, τραχύς, σκληρός, δριμύς, χονδροειδής, αυστηρός, αγροίκος, πρόχειρος, δύσκολος, απότομα, κατακόρυφα, σημαντικά, έντονα, αισθητά