Betohem στα ελληνικά
Μετάφραση: betohem, Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αλβανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορκίζομαι, ορκίζονται, ορκιστεί, ορκιστούν, βρίζουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- besue στα ελληνικά - πιστεύω, η αξιοπιστία είναι, αξιοπιστίας είναι, αξιοπιστία αποτελεί, η αξιοπιστία αποτελεί, ότι η αξιοπιστία αποτελεί
- betejë στα ελληνικά - μάχη, μάχης, αγώνα, τη μάχη, μάχη για
- bibla στα ελληνικά - λέξη, Αγία Γραφή, Γραφή, Γραφής, Βίβλος, Αγία
- bibliotekë στα ελληνικά - βιβλιοθήκη, βιβλιοθήκης, της βιβλιοθήκης, βιβλιοθηκών, η βιβλιοθήκη
Τυχαίες λέξεις
Betohem στα ελληνικά - Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορκίζομαι, ορκίζονται, ορκιστεί, ορκιστούν, βρίζουν
Μεταφράσεις: ορκίζομαι, ορκίζονται, ορκιστεί, ορκιστούν, βρίζουν