Nëntë στα ελληνικά
Μετάφραση: nëntë, Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αλβανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εννέα, εννιά, των εννέα, από εννέα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- nën στα ελληνικά - υπό, κάτω από, πλαίσιο, βάσει, στο πλαίσιο
- nënkuptoj στα ελληνικά - σημαίνω, εννοώ, υπονοώ, εμπλέκω, τσιγκούνης, παραδόπιστος, εμπλέκουν, ...
- nënë στα ελληνικά - μητέρα, μητέρας, η μητέρα, τη μητέρα, μητρική
- nëpunës στα ελληνικά - υπάλληλος, υπάλληλο, γραμματέα, γραμματέας, υπαλλήλου
Τυχαίες λέξεις
Nëntë στα ελληνικά - Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εννέα, εννιά, των εννέα, από εννέα
Μεταφράσεις: εννέα, εννιά, των εννέα, από εννέα