Λέξη: απόρριψη
Σχετικές λέξεις: απόρριψη
απόρριψη κλήσεων με απόκρυψη cosmote, απόρριψη αγωγής ως αόριστης, απόρριψη κλήσεων, απόρριψη βιβλίων, απόρριψη αγωγής ως απαράδεκτης, απόρριψη λόγω εισοδήματος, απόρριψη συνώνυμα, απόρριψη κλήσεων με απόκρυψη forthnet, απόρριψη αίτησης πτώχευσης, απόρριψη κλήσεων με απόκρυψη
Συνώνυμα: απόρριψη
χύση, απόλυση, παύση, αποζημίωση για απόλυση, άρνηση
Μεταφράσεις: απόρριψη
απόρριψη στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
rejection, dismissal, disposal, discharge, refusal
απόρριψη στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
rechazo, repulsa, el rechazo, rechazo de, de rechazo, rechazo a
απόρριψη στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
abweisung, unterdrückung, aussteuerung, rückweisung, zurückweisung, ablehnung, Ablehnung, Zurückweisung, Abstoßung, Verwerfung
απόρριψη στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
rejet, refus, rejection, le rejet, de rejet, un rejet
απόρριψη στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
rifiuto, rigetto, reiezione, il rifiuto, il rigetto
απόρριψη στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
rechaçar, recusar, rejeição, a rejeição, recusa, de rejeição, indeferimento
απόρριψη στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
afwijzing, verwerping, afkeuring, afstoting, weigering
απόρριψη στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отрешение, браковка, самоотвод, бракераж, извержение, отсортировка, уклонение, непринятие, отказ, отклонение, неприятие, отторжение, отвержение
απόρριψη στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
avvisning, avslag, avslaget, avvisningen, forkastelse
απόρριψη στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
avslag, avstötning, avvisande, förkastande, avslaget
απόρριψη στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
torjuminen, torjunta, hylkääminen, hylkiminen, hylkäys, hylkäämisen, hylkäämistä
απόρριψη στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
afvisning, afslag, afvisningen, forkastelse, afstødning
απόρριψη στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
odmítnutí, zamítnutí, odmítání, rejekce
απόρριψη στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
eliminacja, odmowa, brakowanie, odrzucenie, wybrakowanie, odrzucenia, odrzuceniu, odrzucanie
απόρριψη στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
elutasítás, elutasítása, elutasítását, elutasító, kilökődés
απόρριψη στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ret, reddi, reddetme, rejeksiyon, red
απόρριψη στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відхилення, відмова, відмову, відмови
απόρριψη στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
refuzim, refuzimi, refuzimin, refuzimit, refuzimi i
απόρριψη στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
отхвърляне, отхвърлянето, отхвърляне на, отказ, отхвърлянето на
απόρριψη στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
адмова, адмову, адмаўленне
απόρριψη στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tagasilükkamine, äraütlemine, tagasilükkamise, tagasilükkamist, äratõukereaktsiooni, tagasilükkamisest
απόρριψη στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
odbacivanje, odbijanje, otklanjanje, odbacivanja, odbijanja, odbijanju
απόρριψη στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hryggbrot, höfnun, synjun, hafnað, hafna, fyrir höfnun
απόρριψη στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atmetimas, atmetimo, atsisakymas, atmetimą, atmetami
απόρριψη στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
noraidījums, noraidīšana, noraidīšanu, noraidījumu, noraidīšanas
απόρριψη στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
отфрлање, одбивање, одбивањето, отфрлањето, отфрлање на
απόρριψη στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
respingere, respingerea, respingerii, de respingere, rejetului
απόρριψη στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
zavrnitev, zavračanje, zavrnitvijo, zavrnitve, zavračanja
απόρριψη στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
odmietnutie, odmietnutí, odmietnutia, zamietnutie, zamietnutia