Privat στα ελληνικά

Μετάφραση: privat, Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αλβανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιδιαίτερος, ιδιωτικός, φαντάρος, ιδιωτικό, ιδιωτική, ιδιωτικού, ιδιωτικών
Privat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • prishur στα ελληνικά - χάλια, σαθρός, σαπρός, σαπισμένος, σπασμένος, σπασμένα, σπασμένο, ...
  • pritje στα ελληνικά - υποδοχή, ρεσεψιόν, προσδοκία, λήψη, εμπιστοσύνη, εμπιστοσύνης, προσδοκίες, ...
  • problemi στα ελληνικά - μπελάς, φασαρία, ταλαιπωρία, πρόβλημα, ενοχλώ, προβλήματος, το πρόβλημα, ...
  • producenti στα ελληνικά - κατασκευαστής, παραγωγός, παραγωγό, τον παραγωγό, παραγωγών, παραγωγού
Τυχαίες λέξεις
Privat στα ελληνικά - Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιδιαίτερος, ιδιωτικός, φαντάρος, ιδιωτικό, ιδιωτική, ιδιωτικού, ιδιωτικών