Близнял στα ελληνικά
Μετάφραση: близнял, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφαίρα, γυμνοσάλιαγκας, bliznyal
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бледнях στα ελληνικά - ξανθός, χλωμός, blednyah
- близко στα ελληνικά - κοντά, κοντά σε, κοντά στο, εγγύς, πλησίον
- блок στα ελληνικά - συνασπισμός, τροχαλία, μπλοκ, κατηγορία, κατά κατηγορία, κατηγορίες, κατά κατηγορίες
- блокада στα ελληνικά - αποκλεισμός, αποκλεισμό, αποκλεισμού, τον αποκλεισμό, παρεμπόδιση
Τυχαίες λέξεις
Близнял στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφαίρα, γυμνοσάλιαγκας, bliznyal
Μεταφράσεις: σφαίρα, γυμνοσάλιαγκας, bliznyal