Винт στα ελληνικά

Μετάφραση: винт, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βιδώνω, βίδα, κοχλίας, κοχλία, βίδας, βιδωτό
Винт στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • виновник στα ελληνικά - φταίχτης, δράστης, ένοχος, ένοχο, υπαίτιος, υπαίτιο, δράστη
  • виновност στα ελληνικά - ενοχή, υπαιτιότητα, ενοχής, υπαιτιότητας, την ενοχή
  • виола στα ελληνικά - βιόλα, Viola, βιόλας, του Viola
  • виолончело στα ελληνικά - τσέλο, βιολοντσέλο, βιολοντσέλου, τσέλλο, βιολοντσέλλο
Τυχαίες λέξεις
Винт στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βιδώνω, βίδα, κοχλίας, κοχλία, βίδας, βιδωτό