Βίδα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: βίδα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
винт, винтова, винтов, на винт, шнек
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βίδα
βίδα ηλικίασ 300 εκατομμυρίων ετών, βίδα αγγλικά, βίδα χαρτιά, βίδα ηλικίας 300 εκατ. χρόνων, βίδα στα αγγλικά, βίδα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, βίδα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- βία στα βουλγαρικά - сила, насилие, насилието, с насилието, на насилието
- βίαιος στα βουλγαρικά - насилствен, яростен, бурен, насилие, насилствено
- βίζα στα βουλγαρικά - виза, визовия режим, визовия, на визовия режим, визова
- βίλα στα βουλγαρικά - вила, вилна, къща, вилната
Τυχαίες λέξεις
Βίδα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: винт, винтова, винтов, на винт, шнек
Μεταφράσεις: винт, винтова, винтов, на винт, шнек