Влага στα ελληνικά
Μετάφραση: влага, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιχύω, υγρός, υγρασία, βρεγμένος, υγρασίας, την υγρασία, σε υγρασία, της υγρασίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вкуп στα ελληνικά - λύτρωση, εξαγορά, λύτρα, vkup
- вкус στα ελληνικά - γεύομαι, γεύση, γούστο, γεύσης, τη γεύση, προτίμηση
- влагалище στα ελληνικά - κολεός, κόλπος, κόλπο, κόλπου, του κόλπου, τον κόλπο
- владелец στα ελληνικά - θήκη, ένοικος, κάτοχος, επιβάτη, επιβαινόντων, ένοικο
Τυχαίες λέξεις
Влага στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιχύω, υγρός, υγρασία, βρεγμένος, υγρασίας, την υγρασία, σε υγρασία, της υγρασίας
Μεταφράσεις: περιχύω, υγρός, υγρασία, βρεγμένος, υγρασίας, την υγρασία, σε υγρασία, της υγρασίας