Βρεγμένος στα βουλγαρικά

Μετάφραση: βρεγμένος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
влага, мокър, влажен, мокро, мокра, с влажна
Βρεγμένος στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βρεγμένος

βρεγμένοσ σκύλοσ, βρεγμένος ως το κόκκαλο, βρεγμένος ονειροκρίτης, βρεγμένος pronunciation, βρεγμένος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, βρεγμένος στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • βραχνός στα βουλγαρικά - дрезгав, пресипнал, дрезгаво, прегракнал, дрезгавият
  • βραχύλογος στα βουλγαρικά - стегнатост, сбитост, краткост, краткостта
  • βρογχοκήλη στα βουλγαρικά - гуша, на гуша
  • βρομιά στα βουλγαρικά - мръсотия, замърсявания, черен, мръсотията, пръст
Τυχαίες λέξεις
Βρεγμένος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: влага, мокър, влажен, мокро, мокра, с влажна